Τα άτομα 3ης ηλικίας (>65 ετών) έχουν λιγότερες ενεργειακές απαιτήσεις σε σχέση με τους νεότερους ενήλικες. Αυτό συμβαίνει λόγο της μείωσης του μεταβολισμού και συνήθως της σωματικής δραστηριότητας. Η σύσταση του σώματος αλλάζει: η μυϊκή μάζα μειώνεται, ενώ το λίπος αυξάνεται.
Μελέτες έχουν δείξει ότι τα υπέρβαρα/παχύσαρκα άτομα αλλά και τα ελλιποβαρή ή υποσιτισμένα άτομα αυτής της ηλικίας, έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης διαφόρων νοσημάτων όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα, η οστεοπόρωση, η αρθρίτιδα, τα οδοντικά προβλήματα και οι διανοητικές διαταραχές.
Λόγο της μειωμένης ικανότητας της πέψης απορρόφησης, μεταβολισμού και απέκκρισης των θρεπτικών συστατικών από τον οργανισμό που επέρχεται συνήθως με τα χρόνια θα πρέπει να δοθεί προσοχή στην επάρκεια βιταμινών και μετάλλων. Ιδιαιτέρως του φυλλικού οξέως, της βιταμίνης Β12 & Β6, της βιταμίνης D, του ασβεστίου, του σίδηρου και της βιταμίνης Κ.
Άλλοι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την διατροφική κατάσταση των ηλικιωμένων είναι οι αλληλεπιδράσεις φαρμάκων – τροφών, η μειωμένη κινητικότητα, η απομόνωση, η απώλεια γεύσης, η μείωση της όρεξης κ.α.
Ο καθορισμός ενεργειακών αναγκών διαφέρει ανάλογα με τα σωματομετρικά χαρακτηριστικά του ατόμου, την ακριβής ηλικία και την ύπαρξη ή μη σωματικής δραστηριότητας.
Επομένως, ο σκοπός την διατροφικής υποστήριξης των ατόμων της 3ης ηλικίας είναι η υιοθέτηση ισορροπημένης διατροφής, η επάρκεια σε θρεπτικά συστατικά και ενέργεια, η διατήρηση υγιές βάρους και η πρόληψη ενάντια στη νόσο.